Tuesday, November 5, 2013

Από τις «καταλήψεις» στην κοινωνική «καταληψία»

«Κατάληψη: Η κυρίευση εδαφών ή μεμονωμένων στρατιωτικών στόχων με χρήση στρατιωτικής δύναμης»
«Καταληψία: Η παθολογική κατάσταση που χαρακτηρίζεται από σωματική καθήλωση, ακαμψία και πνευματική αποχαύνωση και συνδέεται με συγκεκριμένες δυσλειτουργίες του εγκεφάλου (λ.χ. υστερία, σχιζοφρένεια, διάφορες ψυχώσεις)
(Λεξικό Μπαμπινιώτη)

Καταλήψεις σχολείων, Πανεπιστημίων, Υπουργείων, Δημαρχείων, εφοριών, υποκαταστημάτων ΙΚΑ, γραφείων ΟΤΕ, ΔΕΗ, εργοστασίων, πλοίων, οδοστρωμάτων δρόμων, διοδίων κ.ο.κ. Καταλήψεις μαθητών, φοιτητών, συνδικαλιστών, υπαλλήλων του δημοσίου, «αντιεξουσιαστών» κάθε είδους. Καταλήψεις με «ντού» από έξω (εισβολή) ή εκ των έσω, καταλήψεις δημιουργικές (κτισίματα καθηγητών), μετά λεηλασιών και αρπαγών ή/και μετά καταστροφών. Καταλήψεις διαρκείς (ιδιωτικών ή δημόσιων χώρων από τις λεγόμενες «αυτοργανωμένες ή αυτόνομες συλλογικότητες» αναρχικών ή άλλων «δημιουργικών» τεμπέληδων) ή καταλήψεις ορισμένου χρόνου, κάποια ή κάποιων ωρών ή ημερών. Έτσι «συμβολικά» ρε αδελφέ, δεν χάθηκε και ο κόσμος. Καταλήψεις αιφνίδιες ή πανηγυρικώς προαναγγελλόμενες, που διενεργούνται ανεμπόδιστα λόγω της μνημειώδους αβελτηρίας των αρμόδιων αρχών.

Η «φαντασία στην εξουσία», φώναζαν το Μάη του 68 στο Παρίσι οι εξεγερμένοι φοιτητές (πολλοί από αυτούς σήμερα είναι σημαίνοντα στελέχη επιχειρήσεων και τρανοί κρατικοί γραφειοκράτες) και οι Έλληνες «αντιεξουσιαστές» δεν θέλουν με τίποτε να επιτρέψουν στο χρόνο να κυλήσει. Τις προάλλες, ενώπιον του πανελληνίου, «συνταγματολόγος», μόνιμος θαμώνας των τηλεοπτικών πάνελ, προκειμένου να  δικαιολογήσει τις καταλήψεις και τη βία στη χώρα μας το 2013, ανεκάλεσε στη μνήμη μας το βιβλίο  «Φράουλες και αίμα», που αναφέρεται στην κατάληψη του Πανεπιστημίου της Columbia τον Απρίλη του 1968. Προφανώς τα χείλη του έσταζαν «αίμα» και όχι «φράουλες».

Το χειρότερο είναι ότι όταν κάποιος πρωτοστατεί ή συμμετέχει σε μια κατάληψη αισθάνεται ότι «αγωνίζεται», όχι ότι διαπράττει κατά συρροή ποινικά αδικήματα, μερικά από τα οποία είναι η «αντίσταση», η «απείθεια», η «θρασύτητα κατά της αρχής», η «διέγερση», η «διατάραξη κοινής ειρήνης», η «πρόκληση και προσφορά για τέλεση αδικήματος», ο «εξαναγκασμός σε παύση εργασίας» και ενδεχομένως η «αντιποίηση αρχής», η «στάση», η «διατάραξη συνεδριάσεων», η «διατάραξη της ασφάλειας των συγκοινωνιών», η «παρακώλυση συγκοινωνιών», η «παρακώλυση της λειτουργίας άλλων κοινωφελών εγκαταστάσεων», η «διατάραξη της οικιακής ειρήνης» (όταν γίνεται κατάληψη επιχειρήσεων) ή η «πρόκληση κοινής ανάγκης». Αυτά τα ολίγα, εάν βεβαίως από τις ειδικές συνθήκες που γίνεται η κατάληψη δεν τελούνται και άλλα αδικήματα, όπως αυτό της «σωματικής βλάβης», της «συμπλοκής», της «παράνομης κατακράτησης», της «εξύβρισης», της «απειλής» ή/και της «παράνομης βίας» (συχνότατα περιστατικά στα Πανεπιστήμια), της «κλοπής» ή και της «φθοράς ξένης περιουσίας», που δεν αποκλείεται να συντρέχουν (κατά συρροή).

Άντε λοιπόν να εξηγήσεις σε έναν έφηβο καταληψία μαθητή που με περισσή απερισκεψία αλυσοδένει τις πόρτες του σχολείου του, που διακόπτει τη συγκοινωνία έξω από αυτό, που απαγορεύει σε άλλους συμμαθητές του και στους καθηγητές του να εισέλθουν στο κτίριο, άντε να εξηγήσεις σε έναν νεολαίο φοιτητή που καταλαμβάνει το πανεπιστήμιο με την ίδια ευκολία που στρίβει ένα τσιγάρο, που διακόπτει τα μαθήματα και τις συνεδριάσεις των οργάνων διοίκησης, «κτίζει» τους καθηγητές του κ.λπ. ότι διενεργούν πλείστα από τα παραπάνω αδικήματα.

Όμως, πώς, αλήθεια, να μην έχουν συναίσθηση του παράνομου των πράξεών τους, πως να μην αισθάνονται «κοινωνικοί αγωνιστές», όταν πανεπιστημιακοί «δάσκαλοι», που φαντασιώνονται ότι είναι «προοδευτικοί», τους διδάσκουν στα αμφιθέατρα και στα τηλεοπτικά πάνελ, ότι ασκούν ένα υψηλής αξίας κοινωνικό δικαίωμα, κατακτημένο με αίμα και λαϊκές θυσίες; Πώς να συλλάβει ο μέσος πολίτης ότι η «κατάληψη» εμπεριέχει πλήθος ποινικών παραπτωμάτων όταν επί μήνες τώρα το κτίριο της ΕΡΤ βρίσκεται κατειλημμένο και η Πολιτεία δεν κάνει εντελώς τίποτα; 

Δυστυχώς, σ’ αυτά τα παιδιά, σ’ αυτούς τους συνδικαλιστές, σ’ αυτή την κοινωνία, έχει εμπεδωθεί η αντίληψη ότι το δικαίωμα του μπουκαρίσματος και της κατάληψης αποτελεί «δικαιολογημένη πράξη πολιτικής συμπεριφοράς». Δεν είναι μόνο που απερίφραστα το διαβεβαιώνει ο «συνταγματολόγος καθηγητής», αλλά και ότι πολλοί γνωστοί αρχιμπουκαδώροι και αρχικαταληψίες περιφέρονται στεφανωμένοι με αγωνιστικές δάφνες από εκδήλωση σε εκδήλωση, εμφανίζονται με κομπορρημοσύνη σε συγκεντρώσεις δίπλα σε αρχηγούς κομμάτων (Παπανδρέου, Τσίπρας), καλούνται αδιάκοπα σε τηλεοπτικές εκπομπές να συνεισφέρουν το λαμπρό τους πνεύμα στις περί της σωτηρίας του τόπου ως πρώτα βιολιά σε ατέρμονες συζητήσεις, δίπλα σε «καθηγητές», «πολιτικούς» και πολυπράγμονες «δημοσιογράφους».   

Η κοινωνία αυτή έχει πολύ καλά χωνέψει ότι η μεν κατάληψη (η παραβίαση του νόμου) είναι «αγωνιστική πράξη», ενώ η απελευθερώσει των υπό κατάληψη δημόσιων χώρων (αποκατάσταση του νόμου), δεν είναι τίποτε άλλο παρά για «άγρια αστυνομική εισβολή». Έτσι, όταν οι καταληφθέντες χώροι απελευθερώνονται και αποδίδονται στους χρήστες τους, δεν αποκαθίσταται το δικαίωμα στην ελεύθερη διακίνηση, στην ακώλυτη διδασκαλία, στην αποκατάσταση της εύρυθμης λειτουργίας της δημόσιας υπηρεσίας κ.λπ. Όχι, δεν πρόκειται για αποκατάσταση της έννομης τάξης, αλλά για απαράδεκτό «σπάσιμο» κάποιου από τους αναρίθμητους «ιερούς αγώνες» που συντελούνται ακατάπαυστα σ’ αυτή τη χώρα.

Μπορεί να είμαστε μπροστά σε πλήρη αντιστροφή της πραγματικότητας, αλλά, φευ, αυτό διαβάζει ο πολίτης καθημερινά στις εφημερίδες, αυτό ακούει ακατάπαυστα στις τηλεοράσεις και στα ραδιόφωνα, αυτό διδάσκεται από τους δασκάλους και τους καθηγητές, πολλές φορές και από τους ίδιους τους γονείς, αυτό βλέπει κάθε φορά κατεβαίνοντας της Μεσογείων στο ύψος της ΕΡΤ. 

Και για να γυρίσουμε εκεί από όπου αρχίσαμε, ιδού λοιπόν πως οι «καταλήψεις» συνδέονται σ’ αυτόν τον τόπο με την έκδηλη κοινωνική «καταληψία».

* Ο Ιωάννης Ληξουριώτης είναι καθηγητής
στο Πάντειο Πανεπιστήμιο